Η μερική απασχόληση στην Ελλάδα είναι χαμηλότερη από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, όμως είμαστε πρωταθλητές στην εξαναγκαστική υποαπαχόληση - που αγγίζει το 48% μταξύ των parttime εργαζομένων.
Τα στοιχεία που δημοσίευσε σήμερα η Εurostat για τη μερική απασχόληση στην Ευρώπη, διηγούνται μια ιστορία που έχει πολλαπλές αναγνώσεις.
Καταρχάς το ποσοστό των εργαζομένων με μερική απασχόληση, αυξήθηκε ελαφρά το 2023 στο 17,1% (από 16,9%) αλλά σε βάθος χρόνου βαίνει πτωτικά, έστω με αργούς ρυθμούς. Ενδεικτικά, πριν από μία δεκαετία και ενώ ειδικά οι χώρες του Νότου ήταν ακομα στη δίνη της οικονομικής κρίσης, η μερική απασχόληση ξεπερνούσε το 19%.
Η δεύτερη παρατήρηση έχει να κάνει με τα ποσοστά της Ελλάδας, που παραμένουν σημαντικά χαμηλότερα του ευρωπαϊκού μέσου όρου, στο 8% και για τα δύο φύλα (από 8,8% το 2022).
Όμως αυτή είναι η μισή εικόνα. Η άλλη μισή έχει να κάνει με τα ποσοστά της εξαναγκαστικής μερικής απασχόλησης ή υποαπασχόλησης, τα οποία στην Ελλάδα είναι υπερδιπλάσια του ευρωπαϊκού μέσου όρου.
Συγκεκριμένα, με βάση τα στοιχεία του Ευρωπαϊκού Κέντρου για την Ανάπτυξη της Επαγγελματικής Κατάρτισης (CEDEFOP), θεσμού της ΕΕ, η ακούσια – ή εξαναγκαστική – υποαπασχόληση στην Ελλάδα αγγίζει το 48%, έναντι 19% στην ΕΕ . Δηλαδή πρακτικά ο ένας στους δύο μερικώς ή εκ περιτροπής απασχολούμενους, το κάνει επειδή δεν έχει άλλη επιλογή.
Τα ποσοστά εξαναγκαστικής υποαπασχόλησης είναι πολύ υψηλότερα στους χαμηλής ειδίκευσης εργαζόμενους, αγγίζοντας το 77%. Στον αντίποδα, όσοι απασχολούνται σε αγροτικε΄ς εργασίες έχουν πολύ χαμηλά ποσοστά εξαναγκαστικής υποαπασχόλησης – στο 10,1%
Η έρευνα τoυ CEDEFOP έχει ιδιαίτερη βαρύτητα, καθώς είναι από τις ελάχιστες, αν όχι η μοναδική του είδους της, που βασίζεται σε συνεντεύξεις με τους ίδιους τους εργαζομένους, καταγράφοντας πανευρωπαϊκά ποιοτικά στοιχεία σε πανευρωπαϊκό επίπεδο.
Στην ίδια έρευνα, καταγράφονται μεγάλες διαφορές στη μερική απασχόληση στην Ελλάδα μεταξύ επαγγελματικών κλάδων: Στους ανειδίκευτους και χαμηλής ειδίκευσης εργαζόμενους η μερική απασχόληση ανέρχεται σε 17,4% Διψήφια ποσοστά καταγράφει στις αγροτικές και συναφείς εργασίες (12,3%), τις πωλήσεις και τις υπηρεσίες (11,1%), τους επιστημονικούς – επαγγελματικούς συνεργάτες (10%). Υψηλότερη του μέσου όρου είναι στους επαγγελματίες-επιστήμονες (9%), ενώ χαμηλότερη είναι στους υπαλλήλους, τα στελέχη επιχειρήσεων, τους χειριστές μηχανημάτων (περί το 5%). Το χαμηλότερο ποσοστο είναι στους εργατοβιοτέχνες, περί του 2,4%.