Τα αγόρια που γεννιούνται με την εξωσωματική τεχνική της ενδοκυτταροπλασματικής σπερματέγχυσης, από πατέρες με πρόβλημα υπογονιμότητας, έχουν αυξημένες πιθανότητες και τα ίδια να εμφανίσουν μικρότερη ποσότητα και χειρότερη ποιότητα σπερματοζωαρίων ως ενήλικοι.
Σε αυτό το συμπέρασμα κατέληξαν Βέλγοι επιστήμονες, αναδεικνύοντας το ζήτημα της κληρονομικότητας στο πρόβλημα της υπογονημότητας ορισμένων αντρών. Ωστόσο, οι επιστήμονες επισημαίνουν ότι δεν φταίει πάντα η ίδια η εξωσωματική τεχνική για το πρόβλημα που ίσως να μεταφέρεται από άντρα σε άντρα.
Στην σπερμάτεγχυση, που αναπτύχθηκε στην αρχή της δεκαετίας του ΄90, ένα ποιοτικό σπερματοζωάριο επιλέγεται στο εργαστήριο και εισάγεται απευθείας στο ωάριο, το οποίο γονιμοποιεί. Η μέθοδος εφαρμόζεται σε άνδρες με λίγα σπερματοζωάρια, αφύσικου σχήματος ή με μικρή κινητικότητα.
Οι ερευνητές του Ελευθέρου Πανεπιστημίου και του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου των Βρυξελλών (όπου αναπτύχθηκε το 1992 η εν λόγω εξωσωματική τεχνική), με επικεφαλής τον καθηγητή Αντρέ Βαν Στάϊρτεγκεμ, συνέκριναν την ποιότητα του σπέρματος 54 ανδρών ηλικίας 18 έως 22 ετών με το σπέρμα 57 άλλων ανδρών, που γεννήθηκαν χωρίς εξωσωματική.
Διαπιστώθηκε ότι οι άνδρες που είχαν γεννηθεί με σπερματέγχυση, είχαν σχεδόν τη μισή πυκνότητα σπερματοζωαρίων και πολύ μικρότερη κινητικότητα σπερματοζωαρίων, σε σχέση με όσους είχαν γεννηθεί με φυσική κύηση. Επιπλέον, εμφάνιζαν σχεδόν τριπλάσια πιθανότητα να έχουν συγκέντρωση σπερματοζωαρίων κάτω από το όριο του φυσιολογικού, όπως αυτό ορίζεται από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας.
Σε κάθε περίπτωση, οι ειδικοί επισημαίνουν ότι πολλοί άλλοι παράγοντες (περιβαλλοντικοί, ψυχολογικοί κ.α.) παίζουν επίσης ρόλο στην υπογονιμότητα.
Πηγή: http://www.ert.gr