Μείωση της ανεργίας καταγράφτηκε το Β! τρίμηνο του 2016 σε σύγκριση με το προηγούμενο και το αντίστοιχο περσινό διάστημα ενώ αυξήθηκε η απασχόληση με αποτέλεσμα ο αριθμός των ανέργων να ανέλθει σε 1,12 εκ. άτομα και των απασχολούμενων σε 3,7 εκ. σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ.
Η έρευνα Εργατικού Δυναμικού έδειξε ότι το ποσοστό ανεργίας υποχώρησε στο 23,1% έναντι 24,9% του προηγούμενου τριμήνου και 24,6% του αντίστοιχου τριμήνου 2015.
Η απασχόληση αυξήθηκε κατά 2,7% σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο και κατά 2,1% σε σχέση με το Β’ Τρίμηνο του 2015. Ο αριθμός των ανέργων μειώθηκε κατά 6,9% σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο και κατά 5,8% σε σχέση με το Β’ Τρίμηνο του 2015.
Η ΕΛΣΤΑΤ επισημαίνει ότι οι εκτιµήσεις για την ανεργία που βασίζονται στη τριµηνιαία έρευνα Εργατικού ∆υναµικού δεν είναι διορθωμένες για τις εποχικές διακυμάνσεις σε αντίθεση µε τα µηνιαία αποτελέσµατα της έρευνας.
Πιο αναλυτικά:
ΤΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΆ ΤΗΣ ΑΝΕΡΓΙΑΣ
Το ποσοστό ανεργίας των γυναικών (27,6%) είναι σημαντικά υψηλότερο από αυτό των ανδρών (19,4%).
Το υψηλότερο ποσοστό ανεργίας παρατηρείται στους νέους ηλικίας 15-24 ετών (49,1%), το οποίο στις νέες γυναίκες φθάνει στο 52,5%.
Η κατανομή της ανεργίας, λαμβάνοντας υπόψη το επίπεδο εκπαίδευσης, έχει ως εξής: το υψηλότερο ποσοστό ανεργίας παρατηρείται σε όσους δεν έχουν πάει καθόλου σχολείο (31,6%) και σε όσους έχουν απολυτήριο τριτάξιας μέσης εκπαίδευσης (27,4%). Τα χαμηλότερα ποσοστά παρατηρούνται σε όσους έχουν διδακτορικό ή μεταπτυχιακό τίτλο σπουδών (11,8%) και στους πτυχιούχους της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης (17,3%).
Από το σύνολο των ανέργων που αναζητούν μισθωτή απασχόληση, το 11,4% αναζητά αποκλειστικά πλήρη απασχόληση, ενώ το 84,0% αναζητά πλήρη αλλά, στην ανάγκη, είναι διατεθειμένο να εργαστεί και με μερική απασχόληση. Τέλος, το 4,5% είτε αναζητά μερική απασχόληση, είτε δεν ενδιαφέρεται αν θα βρει μερική ή
πλήρη απασχόληση.
Ένα ποσοστό ανέργων (6,0%) απέρριψε, κατά τη διάρκεια του Β’ Τριμήνου του 2016, κάποια πρόταση ανάληψης εργασίας για διάφορους λόγους, κυρίως επειδή:
α) δεν εξυπηρετούσε ο τόπος εργασίας (25,2%),
β) δεν ήταν ικανοποιητικές οι αποδοχές (23,0%),
γ) δεν εξυπηρετούσε το ωράριο εργασίας (20,4%).
Το ποσοστό των ανέργων που δεν έχουν εργαστεί ποτέ στο παρελθόν ανέρχεται στο 21,4% του συνόλου των ανέργων ενώ οι μακροχρόνια άνεργοι (αυτοί που αναζητούν από 12 μήνες και άνω εργασία, ανεξάρτητα από το αν έχουν εργαστεί στο παρελθόν), αποτελούν αντίστοιχα το 72,2%.
Το ποσοστό ανεργίας των ατόμων με ξένη υπηκοότητα είναι μεγαλύτερο από το αντίστοιχο των Ελλήνων υπηκόων (28,2% έναντι 22,7%). Επίσης, το 72,7% των ξένων υπηκόων είναι οικονομικά ενεργό, ποσοστό σημαντικά υψηλότερο από το αντίστοιχο των Ελλήνων, το οποίο είναι 51,1%.
Σε επίπεδο Περιφέρειας, το μεγαλύτερο ποσοστό ανεργίας παρατηρείται στη Δυτική Ελλάδα με 31,3% και στη Δυτική Μακεδονία με 30,6%. Στον αντίποδα, το μικρότερο ποσοστό ανεργίας παρατηρείται στις Ιόνιες Νήσους με 11,7% και στο Βόρειο Αιγαίο με 17,3%.
ΤΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ ΤΗΣ ΑΠΑΣΧΟΛΗΣΗΣ
Κατά το Β’ Τρίμηνο του 2016 βρήκαν απασχόληση 143.836 άτομα, τα οποία δήλωσαν ότι ήταν άνεργα πριν από ένα έτος. Παράλληλα, κατά το ίδιο χρονικό διάστημα, 46.772 άτομα μετακινήθηκαν από τον οικονομικά μη ενεργό πληθυσμό σε θέσεις απασχόλησης.
Αντίθετα, 115.103 άτομα, τα οποία ένα χρόνο πριν ήταν απασχολούμενα, σήμερα είναι άνεργα και άλλα 56.862 άτομα που ήταν απασχολούμενα είναι πλέον οικονομικά μη ενεργά.
Επιπλέον, 105.904 άτομα που πριν ένα έτος ανήκαν στον οικονομικά μη ενεργό πληθυσμό, εισήλθαν στην αγορά εργασίας αναζητώντας απασχόληση αλλά είναι άνεργα.
Εξετάζοντας την εξέλιξη του αριθμού των απασχολουμένων, ανά τομέα της οικονομίας, παρατηρείται ότι στον πρωτογενή τομέα υπάρχει μείωση 0,3% στον αριθμό των απασχολούμενων σε σχέση με το αντίστοιχο περσινό τρίμηνο. Στο δευτερογενή τομέα παρατηρείται αύξηση 6,0% στον αριθμό των απασχολούμενων και στον τριτογενή αύξηση 1,7%.
Ειδικότερα, το ποσοστό της μερικής απασχόλησης ανέρχεται στο 9,8% του συνόλου των απασχολουμένων. Από το υποσύνολο αυτό των εργαζομένων, το 69,7% έκανε αυτή την επιλογή διότι δε μπόρεσε να βρει πλήρη απασχόληση, το 8,2% για άλλους προσωπικούς ή οικογενειακούς λόγους, το 4,8% γιατί εκπαιδεύεται, το 1,7% διότι φροντίζει μικρά παιδιά ή εξαρτώμενους ενήλικες και το 15,6% για διάφορους άλλους λόγους.
Το ποσοστό των μισθωτών, το οποίο εκτιμάται σε 65,9%, εξακολουθεί να είναι το χαμηλότερο σε όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση, στην οποία ανέρχεται στο 83,9 του συνόλου των απασχολουμένων (εκτίμηση 2015).
Πηγή: http://www.ert.gr