Η σχέση εργασίας, σύμφωνα με την ελληνική νομοθεσία και ανάλογα με το είδος της, λήγει με τους εξής τρόπους: α) Αυτοδικαίως, όταν λήξει ο χρόνος της διάρκειάς της, αν πρόκειται για σύμβαση εργασίας ορισμένου χρόνου. β) Με συμφωνία μεταξύ των συμβαλλομένων. γ) Με καταγγελία της σύμβασης εργασίας από τον εργοδότη ή τον εργαζόμενο. δ) Με τον θάνατο του εργαζομένου.
Συμβάσεις ορισμένου χρόνου
Η σύμβαση εργασίας ορισμένου χρόνου λήγει αυτόματα με τη λήξη του συμφωνημένου χρόνου. Επίσης, μπορεί να καταγγελθεί πριν από τη λήξη της για σπουδαίο λόγο. Σε περίπτωση που ο εργοδότης απολύσει τον εργαζόμενο πριν από τη λήξη του συμφωνηθέντος χρόνου χωρίς να συντρέχει σπουδαίος λόγος ή καθ’ υπέρβαση των ορίων της καλής πίστης ή των συναλλακτικών ηθών, η σύμβαση εργασίας εξακολουθεί να ισχύει, ο εργοδότης καθίσταται υπερήμερος και ο εργαζόμενος δικαιούται να αξιώσει τους μισθούς που θα λάμβανε κατά τον υπόλοιπο χρόνο έως τη συμφωνημένη λήξη της σύμβασης εργασίας ορισμένου χρόνου.
Συμβάσεις αορίστου χρόνου
Η καταγγελία της σύμβασης εργασίας αορίστου χρόνου διακρίνεται σε τακτική (με προειδοποίηση) και σε άτακτη (χωρίς προειδοποίηση). Για να είναι έγκυρη η καταγγελία σύμβασης εργασίας αορίστου χρόνου απαιτείται να έχει κοινοποιηθεί γραπτώς στον εργαζόμενο, να έχει καταβληθεί η νόμιμη αποζημίωση και να έχει καταχωρηθεί η απασχόληση του εργαζόμενου στο τηρούμενο για το ΙΚΑ μισθολόγιο ή να έχει ασφαλιστεί ο εργαζόμενος.
Όταν η αποζημίωση, λόγω καταγγελίας της σύμβασης εργασίας, υπερβαίνει τις αποδοχές δύο μηνών, ο εργοδότης υποχρεούται να καταβάλει κατά την απόλυση μέρος της αποζημίωσης που αντιστοιχεί στις αποδοχές δύο μηνών. Το υπόλοιπο ποσό καταβάλλεται σε διμηνιαίες δόσεις, καθεμία από τις οποίες δεν μπορεί να είναι κατώτερη από τις αποδοχές δύο μηνών, εκτός και αν το ποσό που υπολείπεται για την εξόφληση του συνόλου της αποζημίωσης είναι μικρότερο. Η πρώτη δόση καταβάλλεται την επομένη της συμπλήρωσης διμήνου από την απόλυση.
Ως τακτικές αποδοχές για τον υπολογισμό της αποζημίωσης απόλυσης θεωρούνται ο μισθός, καθώς και κάθε άλλη παροχή σε είδος και σε χρήμα που δίνεται τακτικά και μόνιμα. Για την αποζημίωση απόλυσης συνυπολογίζονται τα δώρα εορτών και το επίδομα άδειας, προσαυξάνοντας κατά το 1/6 του μηνιαίου μισθού ή του ημερομισθίου.