Η συχνή αλλαγή ερωτικών συντρόφων, η σεξουαλική επαφή χωρίς προφύλαξη και η αθρόα εισροή μεταναστών όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά σε ολόκληρη την Ευρώπη «ξύπνησαν» ασθένειες του παρελθόντος. Παράλληλα αύξησαν τους κινδύνους για έκθεση σε παρεντερικά και σεξουαλικά μεταδιδόμενα νοσήματα. Ένα από αυτά η ηπατίτιδα C, για την οποία υπάρχουν σημαντικές επιστημονικές εξελίξεις την τελευταία διετία.
Σύμφωνα με τον αναπληρωτή καθηγητή Παθολογίας - Γαστρεντερολογίας της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, διευθυντή της Πανεπιστημιακής Γαστρεντερολογικής Κλινικής του Νοσοκομείου «Λαϊκό» κ. Γεώργιο Β. Παπαθεοδωρίδη, περισσότεροι από 150.000 άνθρωποι πάσχουν στην Ελλάδα από χρόνια ηπατίτιδα C, η οποία αποτελεί μείζον πρόβλημα ατομικής αλλά και δημόσιας υγείας στη χώρα μας, όπως και στις περισσότερες χώρες του κόσμου. Μάλιστα, όλες οι εκτιμήσεις δείχνουν ότι ο αριθμός των ασθενών που θα χάσουν τη ζωή τους από τις επιπλοκές της χρόνιας ηπατίτιδας C αναμένεται να αυξηθεί ιδιαίτερα τις επόμενες δύο δεκαετίες.
Προέχει η πρόληψη
Ο ιός της ηπατίτιδας C μεταδίδεται κυρίως με έκθεση σε μολυσμένο αίμα.
-Η χρήση ενδοφλεβίων ναρκωτικών. Ήταν και παραμένει ο συχνότερος τρόπος μετάδοσης.
-Οι μεταγγίσεις αίματος ή παραγώγων του πριν από το 1992. Μετά το 1992 το αίμα και τα παράγωγά του ελέγχονται για ηπατίτιδα C και επομένως είναι ασφαλή.
-Η σεξουαλική επαφή. Ο κίνδυνος μετάδοσης είναι πολύ μικρός (2%-5%).
-Από τη μητέρα στο παιδί κατά τον τοκετό. Ο κίνδυνος μετάδοσης είναι πολύ μικρός (2%-5%).
-Άγνωστη. Σε ένα ποσοστό (30%-40%) ασθενών με ηπατίτιδα C δεν αποκαλύπτεται έκθεση σε γνωστό παράγοντα κινδύνου.
Για την ηπατίτιδα C δεν υπάρχει εμβόλιο, γι' αυτό και η πρόληψη της μετάδοσης στηρίζεται στην τήρηση γενικών μέτρων που θα πρέπει να ισχύουν για όλον τον πληθυσμό: η αποφυγή, δηλαδή, χρησιμοποίησης από άλλους βελονών-συριγγών ή προσωπικών αντικειμένων που μπορεί να έλθουν σε επαφή με το αίμα τους (οδοντόβουρτσες, ξυραφάκια και ό,τι προκαλεί μικροτραυματισμό) και χρησιμοποίηση προφυλακτικού κατά τις ερωτικές πράξεις ατόμων με πολλαπλούς ή άγνωστους ερωτικούς συντρόφους. Ειδικότερα, θέματα πρόληψης της ηπατίτιδας C θα πρέπει να συζητούνται με τον γιατρό κατά περίπτωση.
Oι ιός της ηπατίτιδας C δεν μεταδίδεται από τουαλέτες, πιάτα, ποτήρια και άλλα σκεύη κουζίνας ή γενικότερα με την κοινωνική επαφή (αγκάλιασμα, φίλημα, χειραψίες).
Χωρίς συμπτώματα
Όπως επισημαίνει ο κ. Παπαθεοδωρίδης, η χρόνια ηπατίτιδα C είναι ύπουλη νόσος αφού για χρόνια δεν προκαλεί κανένα σύμπτωμα και επομένως δεν οδηγεί τον ασθενή σε έλεγχο που είναι απαραίτητος για τη διάγνωση αλλά ταυτόχρονα μπορεί να καταστρέφει το συκώτι. Έτσι, παρά την απουσία συμπτωμάτων, κάποιοι ασθενείς αναπτύσσουν κίρρωση, δηλαδή πλήρη καταστροφή της δομής του συκωτιού.
Ακόμη και ασθενείς με κίρρωση μπορεί να μην έχουν συμπτώματα για λίγα χρόνια, αλλά η νόσος χειροτερεύει συνεχώς και μπορεί να εμφανισθούν υγρό στην κοιλιά (ασκίτης), αιμορραγία από φλέβες (κιρσοί) του οισοφάγου, εγκεφαλοπάθεια ή ίκτερος. Όλοι οι ασθενείς με κίρρωση έχουν αυξημένο κίνδυνο να αναπτύξουν καρκίνο ήπατος. Οι επιπλοκές της κίρρωσης και ο καρκίνος ήπατος είναι οι συχνότερες αιτίες θανάτου των ασθενών με χρόνια ηπατίτιδα C. Η ηπατίτιδα C δεν μπορεί να διαγνωσθεί με τις συνηθισμένες εξετάσεις που γίνονται σε ένα συνηθισμένο check-up, που συνήθως περιλαμβάνει γενική αίματος, σάκχαρο και επίπεδα χοληστερίνης και τριγλυκεριδίων. Αν στο check-up συμπεριλαμβάνονται και ηπατικά ένζυμα, δηλαδή τρανσαμινάσες, ίσως να υπάρξει μια ένδειξη για πιθανή ηπατίτιδα.
Τα άτομα που βρίσκονται να έχουν θετικά αντισώματα ιού ηπατίτιδας C θα πρέπει να υποβάλλονται σε πιο ειδική εξέταση για να επιβεβαιωθεί ότι πράγματι πάσχουν από τη νόσο.
Οι ασθενείς με ηπατίτιδα C, σημειώνει ο καθηγητής, πρέπει να συμβουλεύονται και να παρακολουθούνται από γιατρούς εξειδικευμένους στα νοσήματα αυτά. Η διατροφή είναι ελεύθερη με εξαίρεση την αποφυγή κατανάλωσης οινοπνευματωδών ποτών. Θεωρείται όμως χρήσιμο να διατηρείται φυσιολογικό σωματικό βάρος και οι παχύσαρκοι να προσπαθούν να αδυνατίσουν.
Η αντιμετώπιση
«Ο ιός της ηπατίτιδας C μπορεί να εκριζωθεί και συνεπώς ο ασθενής με ηπατίτιδα C μπορεί να θεραπευθεί» τονίζει ο κ. Παπαθεοδωρίδης. Η εκρίζωση του ιού σταματά την εξέλιξη της βλάβης του ήπατος, οπότε δεν αναπτύσσεται κίρρωση και καρκίνος, αλλά και βελτιώνει τις βλάβες που είχαν ήδη δημιουργηθεί. Ταυτόχρονα εξαφανίζει την πιθανότητα μετάδοσης του ιού από τον ασθενή στο περιβάλλον του.
Ως πρόσφατα η θεραπεία της ηπατίτιδας C βασιζόταν στον συνδυασμό ιντερφερόνης-άλφα, που χορηγείται ως υποδόρια ένεση μία φορά την εβδομάδα, και δισκίων ριμπαβιρίνης και ίσως (σε γονότυπο 1) δισκίων ενός αρχικού αντι-ιικού, μποσεπρεβίρης ή τελαπρεβίρης. Η πιθανότητα επιτυχίας ήταν περίπου 70%-75% για γονότυπο 1, 70%-80% για γονότυπο 2 ή 3 και 60%-65% για γονότυπο 4. «Οι θεραπείες αυτές όμως έχουν μειονεκτήματα και προβλήματα, με σημαντικότερο την αντένδειξή τους για χρήση σε ασθενείς με πολύ προχωρημένη ηπατική νόσο, όπου συνήθως επιδεινώνουν το πρόβλημα» επισημαίνει. Επίσης έχουν κι άλλες αντενδείξεις αλλά και συχνές και δυνητικά σοβαρές παρενέργειες, γεγονός που αποτρέπει τους ασθενείς με ηπατίτιδα C να ξεκινήσουν αυτές τις θεραπείες.
Καλά αλλά ακριβά
Νέα φάρμακα με πιθανότητες επιτυχίας άνω του 95%
Από το 2014 υπάρχουν πραγματικά εντυπωσιακές εξελίξεις στη θεραπεία των ασθενών με ηπατίτιδα C με την κυκλοφορία νέων φαρμάκων, που είναι ιδιαίτερα ασφαλή και αποτελεσματικά, λέει ο καθηγητής κ. Γ. Παπαθεοδωρίδης.
Τα φάρμακα αυτά κυρίως δίνονται σε συνδυασμούς χωρίς ιντερφερόνη-άλφα και ακόμη χωρίς ριμπαβιρίνη προσφέροντας πιθανότητες εκρίζωσης του ιού πάνω από 95%. Πολύ σημαντικό πλεονέκτημα είναι ότι πρακτικά δεν έχουν αντενδείξεις και μπορεί να χορηγηθούν σε όλους και συνεπώς να θεραπεύσουν όλους τους ασθενείς με ηπατίτιδα C, ακόμη και εκείνους με πολύ προχωρημένη ηπατική νόσο. «Το κύριο μειονέκτημά τους», προσθέτει ο κ. Παπαθεοδωρίδης, «δεν είναι επιστημονικό αλλά οικονομικό, αφού τα νέα φάρμακα είναι ακριβά και θα πρέπει το σύστημα υγείας της κάθε χώρας να βρει τον καλύτερο τρόπο χρησιμοποίησής τους». Στην Ελλάδα σήμερα τα νέα φάρμακα-σχήματα εγκρίνονται από τον ΕΟΠΥΥ για ασθενείς με προχωρημένη ηπατική νόσο.
Συνεπώς, οι πολυετείς ερευνητικές προσπάθειες έχουν οδηγήσει σε εντυπωσιακά κλινικά αποτελέσματα και σε συνδυασμούς νέων φαρμάκων που προσφέρουν τη δυνατότητα εκρίζωσης της ηπατίτιδας C σε όλους τους ασθενείς.
Πηγή: http: www.tovima.gr